|
Κονάκια όταν έστηναν οι Σαρακατσαναίοι
οι γέροντες ορμήνευαν και δούλευαν οι νέοι.
Τσέλιγκας αποφάσιζε κονάκια που θα στήσει
διάλεγε καλυβότοπο νάνε κοντά σε βρύση.
Για το χειμώνα φτιάνανε κονάκια σε προσήλιο
για να χουνε απόγονο και ζεστασιά τον ήλιο.
Και όταν βγαίναν στα βουνά να ξεκαλοκαιριάσουν
τύραγαν τα κονάκια τους σε ράχη να τα φκιάσουν.
Να είναι ράχη αγναντερή να βλέπουν τα κοπάδια
και στην δροσιά να κάθονται τη μέρα και τα βράδια.
Μέσα σε λόγγους πήγαιναν Μπυχτάρια να διαλέξουν
Να είναι ίσια κ χοντρά Στις μπόρες να αντέξουν.
Φυντάνια λούρα έκοβαν γύρω να τα χαρτώσουν
τα πιο γερά τα διάλεγαν τη βρίζα για να ζώσουν.
Άλλοι μπυχτάρια έμπυγαν και άλλοι τα χαρτώναν
ούτε που καταλάβαινες για πότε το τελειώναν.
Οι γυναίκες χώμα έβγαζαν για να το παλαμίσουν
με πάντες που χαν υφαντές να τα μορφο στολίσουν.
Τη βάτρα πλακοστρώνανε στην μέση απ το κονάκι
με πυρομάχο ζηλευτώ που σούμενε μεράκι.
Έτσι οι πατεράδες μας στήνανε τα κονάκια
την τέχνη μας την μάθαιναν από μικρά παιδάκια.
Τώρα καλυβομάστορες λίγοι έχουμε μείνει
σαν όνειρο μας φαίνεται η εποχή εκείνη.