flag vizantioflag hellas

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.   twitter   facebook  

Σαρακατσαναίοι Αγωνιστές: Νάσιος Κουμπόπουλος

Koumpis Giorgos

 

Γιώργος Αθ. Κουμπής

 

Σαρακατσαναίοι Αγωνιστές: Νάσιος Κουμπόπουλος

Η συμμετοχή των Σαρακατσαναίων στον αγώνα για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, τόσο κατά την προεπαναστατική περίοδο όσο και στη διάρκεια του επαναστατικού αγώνα του 1821, ήταν, πέραν κάθε αμφισβήτησης, καθοριστική για την αίσια έκβαση τής εθνικής προσπάθειας, που οδήγησε στη συγκρότηση του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού κράτους (3 Φεβρουαρίου 1830). Οισπουδαιότεροι κλέφτες και ήρωες της εθνεγερσίας γεννήθηκαν στις στάνες και τα τσελιγκάτα των Σαρακατσαναίων, στα βουνά ή στα χειμαδιά αυτών των φερέοικων Ελλήνων: ο Κατσαντώνης, ο Καραϊσκάκης, ο Λιακατάς, ο Δίπλας, ο Τσόγκας και τόσοι άλλοι. Λιγότερο γνωστός ανάμεσά τους ο Νάσιος Κουμπόπουλος, τη σαρακατσάνικη καταγωγή του οποίου υιοθετούν η Αγγελική Χατζιμιχάλη στο έργο της «Σαρακατσάνοι», τόμος Ι, σελ. 121, ο Ευριπίδης Μακρής στο βιβλίο του «Ζωή και Παράδοση των Σαρακατσαναίων», σελ. 70 καθώς και οι Γιάννης Βλαχογιάννης, Γιάννης Μποτός, Γιώργος Αγραφιώτης και Θεόδωρος Γιαννιώτης.

Ο Νάσιος Κουμπόπουλος, γιος,πιθανότατα, του περίφημου αρματολού και πρωταγωνιστή της Επανάστασης του 1770 Μήτρου Βλαχοθανάση, γεννήθηκε περίπου στα μέσα του 18ου αιώνα και υπηρέτησε ως κλέφτης και αρματολός στα Άγραφα και στα Τζουμέρκα («…λεροφοράν τον πρώτο τους τον καπετάν Θανάση, που ήταν στο Λούρο αρματολός, στο Καρπενήσι κλέφτης…»). Σύμφωνα με τον Νικόλαο Κασομούλη, στα «Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων (1821-1833)», τόμος Α’ : «στον Δίπλα, τον Νάσιο Κουμπόπουλο, τον Τζιάκαλο κατέφυγεν ο Κατζιαντώνης ληστής και έπειτα από εξ μήνας οι άνωθεν προσκυνήσαντες εις τους Κοντογιανναίους ο Κατζιαντώνης έμεινε ληστής».

Την έλλειψη ιστορικών αναφορών για τον Νάσιο Κουμπόπουλο καλύπτει, ως έναν βαθμό βέβαια, η δημοτική ποίηση και η προφορική παράδοση. Συγκεκριμένα ο ClaudeFaurielστο έργο του «Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια», τόμος Β’ (Παρίσι 1824-1826) δημοσιεύει το ακόλουθο δημοτικό τραγούδι:

ΤΟΥ ΖΑΡΝΑΒΕΛΗ

Πουλάκι πόθεν έρχεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;

Μην έρχεσ’ από τ’ Άγραφα, από το Τιβοστάνι

μηνείδες κλέφτες πουθενά, μην είδες χαραμήδες,

μην είδες τα Κομπόπουλα , τον Γεώργο Ζαρναβέλη;

Εψές-προψές διαβαίναμε τς Τατάρνας το γεφύρι,

κι ακούσαμε τον πόλεμο, τα κλέφτικα ντουφέκια,

κι άκουσε μια ψιλή φωνή, του Γεώργου Ζαρναβέλη

«Το πού ‘σαι Νάσιο μ’ αδελφέ και πολυαγαπημένε!

Γυρίστε πίσω, πάρτε με, πάρτε μου το κεφάλι,

να μην το παρ’ η παγανιά, κι ο πούστης ο Γεωργούσης,

να μην το παγ’ στα Γιάννινα, στην πόρτα του βεζίρη

το βλεπ’ εχθροί και χαίρουνται, και φίλοι και λυπούνται,

το βλέπει κι η μανούλα μου και χύνει μαύρα δάκρυα»

Συνάγεται από το παραπάνω δημοτικό τραγούδι ότι ο Νάσιος Κουμπόπουλος είχε συγκροτήσει με μέλη της οικογένειάς του κλέφτικη ομάδα, η οποία δρούσε στην περιοχή των Αγράφων. Την ύπαρξή της βεβαιώνει και η ακόλουθη εξιστόρηση του πατέρα μου, Αθανασίου Γρηγορίου Κουμπή: στη  δίκη των λήσταρχων Κουμπαίων στην Κέρκυρα τον Μάιο του 1929, ο πρόεδρος του δικαστηρίου ζήτησε να μάθει από  τον Τάκη και τον Κώστα Κουμπή τους λόγους που τους οδήγησαν στην παρανομία. Εκείνοι απάντησαν ότι παρακινήθηκαν από τα κατορθώματα των προγόνων τους, και ο πρόεδρος, που γνώριζε τη δράση των Κουμπαίων, τους επέπληξε επισημαίνοντάς τους ότι οι πρόγονοί τους πολεμούσαν τους Τούρκους.Ακόμη και σήμερα μάλιστα οι Κουμπαίοι, τόσο της Ηπείρου όσο και της Αιτωλοακαρνανίας, διατηρούν μνήμες για την κλέφτικη δράση των προγόνων τους με το όνομα «Ζαρναβέλης».

Επίσης στη συλλογή του Παναγιώτη Αραβαντινού «Δημοτικά Τραγούδια της Ηπείρου» περιλαμβάνεται το κάτωθι:

Το λέν’ οι κούκοι στα βουνά κι οι πέρδικες στα πλάγια

Το λέει κι ο πετροκότσυφας, το λέει το μοιρολόι.

Οι κλέφτες εμοιράστηκαν και γίνηκαν μπουλούκια.

Ο Δίπλας πάει στ’ Άγραφα κι Αντώνης πάει στο Βάλτο

Κι ο Νάσιος πέρα πέρασε, πέρ’ από τα ποτάμια.

Πάει να μάσει πρόβατα, πάει να μάσει γίδια,

Να κάμει ο μαύρος μια χαρά, χαρά στον ανιψιό του,

Και να καλέσει στη χαρά τους γκαρδιακούς του φίλους.

Πολλά ντουφέκια πέφτουνε από πικρό καρτέρι,

Με απιστιά σκοτώσανε με παγανιά τον Νάσο.

Το προηγούμενο δημοτικό τραγούδι μαρτυρεί τη δράση του Νάσιου Κουμπόπουλου στα κλέφτικα λημέρια με τον Δίπλα και τον Κατσαντώνη και τον σημαντικό ρόλο του. Προς επίρρωση της δράσης του, ο Ιωάννης Καραχρήστος, ερευνητής του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, σημειώνει ότι οι αναφορές για τον Νάσιο Κουμπόπουλο στα δημοτικά τραγούδια των Αγράφων είναι πυκνές. Στην πρώτη θέση, και με διαφορά από τους υπόλοιπους εμφανίζεται ο Κατσαντώνης με ποσοστό 18,21% και ακολουθείται από τον Μάρκο Μπότσαρη, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, τον Κώστα Λεπενιώτη, τον Θεοδωράκη Γρίβα, τον Νάσιο Κουμπόπουλο, τον ΓιάννηΜπουκουβάλα, τον Γεώργιο Καραϊσκάκη κ.α.

   Δημοτικό τραγούδι με αντίστοιχο περιεχόμενο περιλαμβάνεται και στο έργο του Θωμά Λ. Τσέτσου «Τραγούδια από τ’ Άγραφα» (Αθήνα 1981). Στις σελίδες 21-22 παρατίθεται το ακόλουθοι:

«Το λέν, Νάσιο μ’ οι κούκοι στα βουνά κι οι πέρδικες στα πλάγια,

-Νάσιο, καημένε Νάσιο-

το λέει κι ο πετροκότσιφας, στα κλέφτικα λημέρια.

Οι κλέφτες εσκορπίσανε και γίνανε μπουλούκια

ο Γιώργης πάει κατ’ τ’ Αρτινό, κι Αντώνης πάει το Βάλτο,

κι ο Νάσιος πέρα πέρασε, πέρα κα’ τις κουμπάρες.

Κουμπάρες τον καρτέρησαν με τα παιδιά στα χέρια.

Φλουριά πετάει στα παιδιά, μαντήλια στις κουμπάρες,

άλλη του παίρνει τ’ άρματα, και άλλη το ντουφέκι,

και μια κουμπάρα Γιώργαινα τον παίρνει από το χέρι.

-Κόπιασε απάνω κυρ’ νουνέ να φάμε και να πιούμε»

Πέραν τούτων, οι ίδιοι οι Σαρακατσαναίοι στη Μακεδονία και τη Θράκη τραγουδούν και χορεύουν για τον Νάσιο Κουμπόπουλο το γνωστό τραγούδι «τα μαύρα τα κλεφτόπουλα»

«Τα μαύρα τα κλεφτόπουλα, τι στέκουν λερωμένα;

Λεροφοράν τον πρώτο τους , τον Καπετάν Θανάση,

που ήταν στον Λούρο αρματολός, στο Καρπενήσι κλέφτης

κι όλα τα κάστρα τα πατεί, κι όλα τα βιλαέτια»

Σύμφωνα με προφορικές πληροφορίες, που όμως δεν κατέστη εφικτό να διασταυρώσω, παλαιότερα οι Σαρακατσαναίοι τραγουδούσαν «τα μαύρα τα Κουμπόπουλα» και όχι «τα μαύρα τα κλεφτόπουλα».Στον ήρωα Νάσιο Κουμπόπουλο αναφέρονται και τα επόμενα δημοτικά τραγούδια:«Νάσιο μ’ δεν είχες πρόβατα», «Του Νάσου το κεφάλι»,«Δε στο ‘ πα εγώ Θανάση μου» και,ενδεχομένως, το «Ανάρια-ανάρια τα ‘ριχναν».

Για το τέλος του Νάσιου Κουμπόπουλου, ο ιστοριοδίφης Ιωάννης Κουτσοκώστας στο έργο του «οι Σαρακατσαναίοι στους Αγώνες του Έθνους», αξιοποιώντας αγραφιώτικη παράδοση, γράφει ότι: «..σκοτώθηκε σε μια μάχη με τους Τούρκους κοντά στο μοναστήρι Τατάρνας. Οι κλέφτες, κυνηγημένοι από τους Τούρκους πέρασαν τον Άσπρο ποταμό και στάθηκαν στην θέση «Τούμπανο» όπου ταμπουρώθηκαν. Ένα τουρκάκι, χωρίς να γίνει αντιληπτό από τους κλέφτες , πήγε από το πίσω μέρος και άρχισε να πυροβολεί. Οι κλέφτες ακούνε από πίσω τα βόλια να σφυρίζουν και νόμισαν ότι τους πήραν από τις πλάτες και έκαναν τον ανήφορο. Ο Νάσος, πρωτοπαλίκαρο του Κατσαντώνη, δεν άφησε το ταμπούρι του και σηκώθηκε όρθιος. Τότε το τουρκάκι του έριξε από πίσω και τον σκότωσε. Και η τοποθεσία λέγεται «στον Νάσο»».

Γιώργος Αθ. Κουμπής