Του Κωνσταντίνου Γαλλή
|
Φουστανέλα με γαζί / ποιος λεβέντης τη φορεί / τη φορεί και την τινάζει . . και η κόρη αναστενάζει . . .
Ξεχωριστή φορεσιά η φουστανέλα, επίσημη σήμερα σε κάθε Εθνική γιορτή, φορεσιά των αγωνιστών του ΄21 και όλων των αρματωλών..Ο περίφημος Κατσαντώνης ( Αντώνης Μακρυγιάννης ) διακρίνονταν, εκτός των άλλων προσόντων και χαρισμάτων , για τη φουστανέλα και τα τσαπράζια. Έδινε κύρος η φορεσιά αυτή, τόνιζε την κορμοστασιά, τη λεβεντιά, τη διάκριση αυτού που τη φορούσε. Αρματολός και κλέφτης χωρίς φουστανέλα και σελάχι για τις κουμπούρες του, τις χαντζάρες του, τα τσακμάκια και τις τσακμακόπετρες με τις ίσκες τους για το καριοφίλι, δεν νοούνταν. Οι μανάδες για να τονώσουν το φρόνημα και την ελληνικότητα των παιδιών τους τσολιαδάκια τα ντύνουν και δεν θα είναι υπερβολή αν ισχυρισθώ ότι η λευτεριά του Γένους από τη φουστανέλα ξεκίνησε. Φαντάζεσαι κλέφτη χωρίς φουστανέλα; Σαν μαδημένος κόκορας θα ήτανε. Αλλά και μετέπειτα το ΄40 η φουστανέλα δόξασε τα βουνά μας και τραγουδήθηκε όσο καμιά άλλη φορεσιά. Σήμερα η Προεδρική φρουρά φουστανέλα φορεί και άθελά της γίνεται αντικείμενο θαυμασμού από ντόπιους και ξένους. Αποτελεί κάτι ξεχωριστό η φορεσιά αυτή για το γένος μας,
Ακόμη, η επίσημη ενδυμασία των Ελλήνων του κεντρικού κορμού της χώρας μας από την Πίνδο μέχρι την Πελοπόννησο, δυτική Μακεδονία, Θεσσαλία και αλλαχού μέχρι τα μέσα περίπου του περασμένου αιώνα..
Η φουστανέλα ξεχώριζε από τις πολλές πτυχές της που σηματοδοτούσαν και την αξία της. Όσο περισσότερες οι πτυχές της ( λαγκιόλια ) τόσο μεγαλύτερη η αξία της, σαράντα ίσως είναι λίγες, από την εφαρμοστή κυλότα ( σκελέα), σαν κολάν, για να κρατάει ζεστά τα πόδια, από το χρώμα το χιονάτο, κάτασπρη, από καλό βαμβακερό ύφασμα, ειδική ζώνη ( σελάχι ) , κεντητό γιλέκο κλπ. Ήταν μια ακριβή υπόθεση, πανάκριβη θα ΄λεγα για την εποχή της. Συνήθως μια φορά στη ζωή τους έφκιαναν μια τέτοια φορεσιά και αυτή ήταν ο γάμος τους και όχι για όλους. Πολλοί ήταν εκείνοι που δανείζονταν φουστανέλα για αυτές τις ξεχωριστές στιγμές, όπως πολλές νύφες ενοικιάζουν σήμερα το νυφικό τους .
Για τις καθημερινές ασχολίες τους οι Σαρακατσαναίοι ποτέ δεν φορούσαν φουστανέλα ,σε αντίθεση με τους Βλάχους των οποίων η φουστανέλα ήταν εξ ολοκλήρου μάλλινη και χωρίς πτυχές και συνήθως αποτελούσε με παραλλαγές και την καθημερινή φορεσιά. Οι Σαρακατσαναίοι καθημερινά φορούσαν τα μπουραζάνια τα οποία διέφεραν από τα παντελόνια. Είχαν μεγάλο καβάλο και στη μέση έκλεινε με τη βρακοζώνα . Το μεγάλο καβάλο κρίνονταν απαραίτητο γιατί τους διευκόλυνε στις δουλειές τους, δεν τους εμπόδιζε κατά το ανέβασμα στα ζώα τους. Για να καβαλικέψεις σε ένα μικρόσωμο άλογο ή γάιδαρο δεν είχες παρά να σηκώσεις το ένα σου πόδι και να αναρριχηθείς στο ζώο, ενώ το παντελόνι δυσκολεύει αυτή την κίνηση, χώρια που κινδυνεύει να σκιστεί .. Προείχε η ευκολία στην εργασία πρωτίστως, όλα τα άλλα δευτερεύουσας σημασίας. Οι κινήσεις των μελών του σώματος δεν έπρεπε να εμποδίζονται σε καμιά περίπτωση. Δεν ήταν νοητό να καθίσει στο στρουγγολίθι να αρμέξει και να σκέπτεται να μην σκιστεί το παντελόνι. Άσε που για το άρμεγμα είχαν ξεχωριστό μπουραζάνι πιο φαρδύ ακόμη.
Ωστόσο πρόσεχαν ιδιαίτερα την εμφάνισή τους και δη αυτή της κεφαλής. Το κεφάλι προσέχουμε πρώτα και ύστερα όλα τα άλλα. Έτρεφαν πλούσια κόμη και παχύ τσιγκελωτό μουστάκι. Σπανίως να έβλεπες σαρακατσιάνο χωρίς τα δύο αυτά γνωρίσματα, εκτός αν ήταν σπανός , που καλλίτερα να μην το σχολιάσουμε.. Κάλυμμα στο κεφάλι δεν έφεραν. Που και που να είχαν καμιά σκούφια, η οποία σκέπαζε συνήθως μέρος του τριχωτού και αυτή εκτός εργασίας, εκτός αν πάγαιναν στο παζάρι .
Όπως ανάφερα παραπάνω η φουστανέλα ήταν μια ακριβή υπόθεση και καμιά φορά οι φτωχότεροι αναγκάζονταν ακόμη και στον αρραβώνα τους να δανείζονται φουστανέλα. Χαρακτηριστική η περίπτωση ενός ξαδέλφου της Μάνας μου:
Ω, Μήτρο, θα μ΄δωκς τ΄φουστανέλας να πάω να δώσου λόγο στ΄νύφ΄ και να΄ρς΄κι συ:
Πάρ ΄την , Γιώργο κι θα΄ρθω κι γω.
Και πήγαν, όλο το συγγενολόι, ο κουμπάρος και βέβαια οι γονείς.
Φθάσανε στο κονάκι της νύφης, έγιναν τα καθιερωμένα, δαχτυλίδια, δώρα προς τη νύφη, δώρα προς το γαμπρό, δώρα της νύφης προς τα πεθερικά και αδελφές – αδέλφια γαμπρού και απαραιτήτως μαντήλια προς όλους τους συμπεθέρους. Εννοείτε και οι συμπέθεροι έφεραν το κάτι της τους προς τη νύφη. ΄Έθιμα απαράβατα, που αλίμονο αν δεν τηρούνταν..
Και όπως συνέβαινε σε αυτές τις περιπτώσεις, ακολουθούσε τραπέζωμα. Στρωθήκανε οι τάβλες ( ειδικά υφαντά τραπεζομάντιλα ) απλωθήκανε τα ψητά, οι πίτες, τα τυριά ( τουλουμίσια και κεφαλοτύρια ) κρασιά, τσίπουρα και καθίσανε γύρω γύρω σταυροπόδι , εκτός βεβαίως από τις γυναίκες που καθίσανε με τα πόδια ενωμένα πλάγια, θέση που ήταν η αρμόζουσα για τις γυναίκες. Ποτέ σταυροπόδι.
Και τότε συνέβη το αναπάντεχο , ο γαμπρός στην προσπάθειά του να πάρει τη θέση του κοντά στη νύφη, θες από τη χαρά του, θες από την ταραχή του μπερδεύτηκε και προσγειώθηκε λίγο άτσαλα και τότε συνέβη το κακό:
Ε ! Σιγά, θαμ΄λερώσεις τ΄ φουστανέλα, ακούγεται η φωνή του Γιώργου!
Ο γαμπρός χούμπωσε από την ντροπή του και σε έξαλλη κατάσταση , ξεκουμπώνει τη φουστανέλα , την πετάει στο Μήτρο και μένει με την σκελέα! Άι στο διάτανο και συ και η φουστανέλα σου
Φυσικά όλοι εξεπλάγησαν, αλλά πήρανε το μέρος του γαμπρού, μάλωσαν τον Μήτρο για την χοντροκοπιά του και υποχρέωσαν το γαμπρό να ξαναφορέσει τη φουστανέλα.
Εξ άλλου ήταν κοινό μυστικό ότι η φουστανέλα ως ακριβή υπόθεση δανείζονταν από τον έναν στον άλλον και πάει λέγοντας.
Το περιστατικό δεν είναι φανταστικό, είναι πραγματικό και συνέβη κάπου στο Ξερολίβαδο του Βερμίου πριν από τον μεγάλο πόλεμο.
Ένα άλλο απαραίτητο εξάρτημα της φουστανέλας ήταν τα τσαρούχια, φτιαγμένα από καλό δέρμα σεβρό, με πλούσια φούντα τρίχινη και καλιγωμένα στο κάτω μέρος με άφθονες πρόκες. Οι πρόκες κρίνονταν αναγκαίες τόσο για την αντοχή των τσαρουχιών στο χρόνο όσο και να μη γλιστράνε στις κατηφοριές και στα γλιστερά εδάφη. Το σχήμα των τσαρουχιών ήταν ελαφρά υπερυψωμένα στο μπροστινό μέρος για να διευκολύνει το περπάτημα, αλλά και να μπορεί να ενσωματωθεί η φούντα. Όλα μελετημένα στη λεπτομέρεια για, να φεύγει το ποδάρι, δηλαδή να περπατάει με ευκολία..
Και να κλείσω με το κάλυμμα του κεφαλιού, που ήταν ένα πλεκτό μαντήλι μακρουλό για να την καλύπτει ολόκληρη, ή μια σχετικά μικρή σκούφια με μια μακριά φούντα κρεμασμένη από το άνω μέρος αυτής και ριγμένη στο στήθος για τις επίσημες μέρες.