|
Δυο σαρακατσανόπουλα πιαστήκανε στα χέρια
δάρθηκαν με τις κλίτσες τους, βγάλανε και μαχαίρια.
Χάλασαν την φιλία τους είπαν βαριές κουβέντες
την καλημέρες έκοψαν οι δύο οι λεβέντες.
Αιτία για το μάλωμα ήταν μια βοσκοπούλα
μια όμορφη και λυγερή Σαρακατσανοπούλα.
Είναι φεγγαροπρόσωπη όμορφη σαν νεράιδα
έχει δυο μάτια σαν ελιές και ροδοκοκκινάδα.
Την βοσκοπούλα την μικρή κι οι δυό την συμπαθάνε
προξενητάδες έστειλαν στη μάνα της να πάνε.
Το μάλωμα ξεκίνησε για την δικιά της χάρη
από το ποιόν θα διάλεγε για άντρα της να πάρει.
Το μάλωμα που κάνανε μαθεύτηκε στην στάνη
και το νυχτοκουβέντιαζαν όλοι οι σαρακατσάνοι.
Τους κάλεσε ο τσέλιγκας να απολογηθούνε
την διαφορά που είχανε θέλησε να του πούνε.
Μα εκείνοι όμως ντράπηκαν να πούνε την αλήθεια
και έλεγαν στον τσέλιγκα διάφορα παραμύθια.
Του πανε πως η αφορμή ήτανε τα κοπάδια
ποιος θα τα πρωτοπήγαινε στα πέρα τα λιβάδια.
Τους διάταξε ο τσέλιγκας να δώσουνε τα χέρια
και από μικροδιαφορές μη βγάλουνε μαχαίρια.
Μα άδικα δαρθήκανε και είναι μαλωμένοι
γιατί αλλού η λυγερή είναι λογοδωσμένη.