|
Το χαν μεγάλη προσβολή
όλοι οι σαρακατσιάνοι
σ άλλο μελέτι προξενιό
κάποιος για να τους κάνει
Δεν θέλαν συμπεθέριασμα
πέρα απ το συνάφι
ακόμα κι αν τους έταζες
του κόσμου το χρυσάφι
Δεν θέλαν νύφη ή γαμπρό
από άλλού να φκιάσουν
να είναι καθαρόαιμοι
το σνάφι μην χαλάσουν
Τα σαρακατσιανόπουλα
στις στάνες όσο ζούσαν
απ το πολύ το διάταμα
όλα αγανακτούσαν
Καθόταν οι τρανύτεροι
κι όλο μας δασκαλεύαν
ένα καλό παράδειγμα
Να γίνουμε χαλεύαν
Τήραγαν για να βάλουνε
σε μια σειρά τα νιάτα
μα εμείς δεν μαντρωνόμασταν
δεν πέρναμε από διάτα
Δεν αστοχάω την μάνα μου
όλο να μου χουϊάζει
με σένα στο νυχτέρημα
ο κόσμος ξενυστάζει
Σκιάζονταν όταν θα ρχονταν
καιρός να με παντρέψει
κανένας δεν θα ήθελε
για να με προξενέψει
Θα ρχονταν η αράδα σου
για να σε προξενέψουν
άλλοι τα αποφασίζανε
πότε θα σε παντρέψουν
Γυναίκα απ το σναφι μας
έπρεπε να σου δώσουν
σαρακατσιάνα να τανε
να μην σ αποξενώσουν
Αυτή την αποξένωση
μου τυχε να την ζήσω
γιατί το (σφάλμα) έκανα
πόντια ν αγαπήσω
Μου λεγαν πως τους ντροπιαζα
με όλα αυτά που κάνω
και όλοι με διέγραψαν
από σαρακατσιάνο
Κανένας δεν με ρώταγε
πως ένιωθα δεν ξέραν
και για κακό παράδειγμα
όλοι με αναφέραν
Πέρασαν χρόνια κάμποσα
μέχρι αυτό να σπάσει
και μπράβο στους νεώτερους
που το χουν ξεπεράσει