Του Αλέξανδρου Παρλάντζα
|
Ο Κόκορας
Ο κόκορας βαρέθηκε, κλεισμένος στο κουμάσι
της κότες της βαρέθηκε, θέλει να αποδράσει
Της κότες απτή γειτονιά, θέλει για να γνωρίσει
να φύγει απτό κοτέτσι του, κι ελεύθερος να ζήσει
Μα δεν αφήνει ανοιχτή, την πόρτα η κυρά του
για να ξεφύγει και να βρει, ο δόλιος τη χαρά του
Συλλογισμένος κάθεται, φουσκώνει τα φτερά του
κι όλο με βλέμμα πονηρό, κοιτάει την κυρά του
Αν ήταν κότα η κυρά, θα ήταν ευτυχισμένος
κιας ήταν στο κοτέτσι του, για πάντα κλειδωμένος
Κάποτε ήμουνα αετός
Ένας αετός ανήμπορος, δεν βγαίνει απτή φωλιά του
φαγώθηκαν τα νύχια του, μαδεισαν τα φτερά του
Για να πετάει στα σύννεφα, δεν λένε τα φτερά του
ολη τη μέρα τριγυρνάει, γύρω απτή φωλιά του
Μέσα απτήν αετοφωλια, της ράχες αγναντεβη
κηταει προς τον ουρανό, και τους αετούς ζηλεύει
Θέλει κι αυτός να ανέβει, τα σύννεφα να σχισει
με τα αετήσια ματιά του, τους κάμπους να βιγλήσει
Πώς ήρθαν τα γεράματά, δεν θέλει να το νιώσει
και γύρω απτην αετοφωλιά, τον έχουν καθηλώσει
Όταν ουρλιάζουν τα σκυλιά
Γιατί ουρλιάζαν τα σκυλιά, εψές αργά το βράδυ
αυτό δεν είναι για καλό, είναι κακό σημάδι
Από τα χρόνια τα παλιά, τώχαν κακό σημάδι
όταν ουρλιάζαν τα σκυλιά, μεστό πυκνό σκοτάδι
Κάτι καταλαβαίνουνε, θάνατο καρτερούνε
με το δικό τους ουρλιαχτό, θέλουν να μας το πούνε
Σαν ένα μαύρο σύννεφο, ο φόβος με σκεπάζει
όταν ακούω γύρω μου, σκυλί για να ουρλιάζει
Μακάρι το προαίσθημα, που με αναστατώνει
νάνε μακριά και ξόμακρα, σε μάς να μη ζυγώνει
Το άλογο το αδάμαστο
Άλογο απτόν αργκηλέ, ο Κώστας έχει πιάσει
ένα μπινέκη ζηλευτώ, θέλει για να το φκιάσει
Μα είναι δύσκολο πολύ, για να το ημερέψει
να του περάσει χαλινά, να το καβαλικέψει
Με αλυσίδα και τριχιά, τώχει διπλά δεμένο
να το ζυγώσει δεν μπορεί, στέκεται αγριεμένο
Χορό πηδάει ο καράς, τα πόδια του σηκώνει
απτό πολύ το σκάψιμο, Χάνετε μες τη σκόνη
Κάλεσε γεροντότερο, για να τον ορμηνέψει
πώς θα μπορέσει τον καρά, για να τον ημερέψει
Κώστα το άγριο τ άλογο, για να το ημερέψεις
θέληση και υπομονή, πρέπει για να ξοδέψεις
Σκέπασε το κεφάλι του, για να το σαμαρώσεις
κι όσο μπορείς ποιο γρήγορα, τη ζώστρα να του ζώσεις
Στη ράχη του πρώτη φορά, σαμάρι αν θα νιώσει
τότε θηρίο γίνεται, μπορεί να σε σκοτώσει
Το πρώτο καβαλικεμα, νανε σε ανηφόρα
γιατί εκεί κουράζετε, του κόβετε η φορα
Κιοταν θα στρώσει για καλά, και το καβαληκεψεις
το νου σου ναχεις Κώστα μου, ποτέ μην ξεθαρεψεις