flag vizantioflag hellas

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.   twitter   facebook  

Οι Σαρακατσάνοι του Κωνσταντίνου Γαλλή

Gallis Konstantinos

 

Του Κωνσταντίνου Γαλλή

 

Ελάτε να γνωρίσουμε τους Σαρακατσάνους, την ιδιότυπη αυτή ράτσα των Ελλήνων, τη ράτσα που σμιλεύτηκε στα περήφανα βουνά της Ελλάδος και από τα οποία κληρονόμησε την υπερηφάνεια και το αδούλωτο του χαρακτήρα τους. Γέννημα θρέμμα των βουνών μας από τα πανάρχαια χρόνια, άλλη γλώσσα δεν μίλησαν ποτέ πλην της ελληνικής, λόγος στον οποίο οφείλεται και η χρήση ακόμη ομηρικών λέξεων στη λαλιά τους.
Τα βουνά δεν τα εγκατέλειψαν ποτέ τουλάχιστον μέχρι τα μέσα και κάτι του περασμένου αιώνα. Έκτοτε ακολούθησαν το γενικότερο ρεύμα της εποχής προς τα κέντρα. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία άφησαν τα κοπάδια και ασχολήθηκαν με άλλες δουλειές. Έδειξαν ιδιαίτερο ζήλο προς τη γεωργία, διακρίθηκαν στα γράμματα, στο εμπόριο και σε άλλα επαγγέλματα 
Όσο διατηρούσαν τα κοπάδια και αναγκάζονταν το χειμώνα να κατεβαίνουν στα πεδινά για να ξεχειμωνιάσουν, πάλι τα ριζά των βουνών διάλεγαν για χειμαδιά. Κάτι τους κρατούσε κοντά στη φύτρα τους, δηλαδή στα βουνά. Η συντριπτική πλειοψηφία των σαρακατσάνικων λιβαδιών κοντά σε λοφώδεις εκτάσεις ήταν, λίγα αυτά που βρίσκονταν κατακαμπής. Ήθελαν τα βοσκοτόπια τους να διαθέτουν και μέρη στραγγερά για να φτιάχνουν τα μαντριά τους. Ως καλά χειμαδιά και λιβάδια αξιολογούσαν τις ποδιές των λοφωδών εκτάσεων.
Οι σημερινοί απόγονοι των Σαρακατσάνων δεν έχουν πολλά κοινά με τους προγόνους τους, κάτι που πιθανόν να δυσαρεστήσει κάποιους. Απομακρύνθηκαν από τη φύτρα τους, ακολούθησαν νέα πρότυπα ζωής όπως αυτά διαμόρφώθηκαν από τις κοινές αξίες που επικράτησαν μεταπολεμικά. Διαφορετική η νέα γενιά, άλλα πρότυπα, διαφορετικές ανάγκες. Και εδώ υπεισέρχονται τα παγκόσμια ερεθίσματα που διατρέχουν τις κοινωνίες και διαμορφώνουν σιγά σιγά ένα νέο τύπο κοινωνικού ανθρώπου, καλλίτερο ή μη το μέλλον θα το δείξει. Αυθεντικούς Σαρακατσάνους λίγους θα βρεις και αυτοί μοναχικοί. Συνειδησιακά θα βρεις πολλούς και μάλιστα οργανωμένους σε συλλόγους, ομοσπονδίες κλπ , αλλά μέχρις εκεί. Ο τρόπος ζωής τους καμία σχέση δεν έχει ή, αν έχει, περιορίζεται κυρίως στην πλούσια παράδοσή μας σε τραγούδια, στην Παρασκευή κάποιων φαγητών από γνήσιες Σαρακατσάνες, καμιά κουβέντα, ντοπιολαλιά τη λέμε τώρα, τέτοια πράγματα, τα οποία και αυτά σιγά σιγά χάνονται.
Οι Σαρακατσάνοι ήταν οργανωμένοι στα τσελιγκάτα, τις ιδιότυπες και πρωτοπόρες αυτές συνεταιριστικές οργανώσεις. Εκτός τσελιγκάτων αμφιβάλλω αν υπήρχαν Σαρακατσαναίοι. Επιδίωκαν τον συνεταιρικό τρόπο ζωής γιατί εκεί έβρισκαν λύση τα προβλήματά τους. Οι κοινωνίες παλιότερα ήταν περισσότερο συλλογικές. Ο ένας ακουμπούσε στον άλλο για σιγουριά στην ανασφάλεια που διέτρεχε τις κοινωνίες. Και, αν σήμερα η ανασφάλεια είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που καλλιεργείται από οργανωμένες ομάδες συλλογικοτήτων παρά τη «θέληση του οργανωμένου κράτους», σκεφθείτε τι γινότανε τότε που το κράτος δεν είχε τη σημερινή οργάνωση και τα σύγχρονα μέσα καταστολής.

Για την καταγωγή τους επικρατέστερες είναι δύο απόψεις. Η μία, που υποστηρίζεται από τους πολλούς, ισχυρίζεται ότι είναι Δωρικής καταγωγής και το στηρίζουν αυτό στη συμπεριφορά τους γενικά και στα γεωμετρικά σχήματα που χρησιμοποιούσαν οι Σαρακατσάνες στα υφαντά τους. Η άλλη άποψη είναι αυτή του διακεκριμένου ανθρωπολόγου Άρη Πουλιανού, ο οποίος βρήκε μια ανθρώπινη κεφαλή στο σπήλαιο Πετραλώνων Χαλκιδικής και με βάση τα μορφολογικά στοιχείς του κρανίου αυτού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, οι Σαρακατσάνοι είναι οι αρχαιότεροι κάτοικοι της Ευρώπης και είναι αυτόχθονες. Εδώ σε αυτόν τον τόπο υπήρχαν πριν από 40.000 χρόνια. Εδώ στον ευλογημένο τόπο της ελληνικής γης, που τότε έφθανε σχεδόν σε ολόκληρη τη Βαλκανική, έζησαν, εξελίχθηκαν, ανακατώθηκαν με τα άλλα ελληνικά φύλλα και ακολουθώντας κοινή πορεία έφθασαν μέχρι τις ημέρες μας. Τώρα, αν με ρωτήσετε προσωπικά τι πιστεύω, μάλλον κλείνω υπέρ της δεύτερης άποψης, αυτή του ανθρωπολόγου Πουλιανού. Εδράζεται σε στερεότερες βάσεις και όχι απλά σε κάποιες συνήθειες της ζωής. Είχα την τύχη να γνωρίσω τον Άρη Πουλιανό και να εκτιμήσω τις ανθρωπολογικές του γνώσεις από τότε που ανακάλυψε το ανθρώπινο κρανίο στη σπηλιά των Πετραλώνων. Το σπήλαιο αυτό είναι τεράστιο σε μήκος και ύψος και είναι κρίμα που δεν αξιοποιήθηκε ακόμη, αν και πέρασαν πάνω από σαράντα χρόνια. Δυστυχώς όλα στον τόπο μας δεν μπόρεσαν να ξεφύγουν από το βήμα της χελώνας.
Χαρακτηριστικό αδιάψευστο της κοινής πορείας με τα άλλα ελληνικά φύλλα είναι η γλώσσα τους. Τη σημερινή γλώσσα μιλούσαν πάππου προς πάππου. Βέβαια στη μακραίωνα αυτή πορεία ανέπτυξαν κάποια ιδιώματα ή προσάρμοσαν κάποιες λέξεις στις ανάγκες της δουλειάς τους. Ποτέ δεν ξέφυγαν από την κοινή πορεία των άλλων ελληνικών φύλων, κάτι που πιστοποιείται από τη λαλιά τους, καθώς και τη λαλιά των άλλων Ελλήνων.
Κύριο γνώρισμα των Σαρακατσάνων είναι η ντομπροσύνη τους, ο σεβασμός του λόγου τους. Σου έδωναν το λόγο τους, ήταν συμβόλαιο. Το δύσκολο ήταν μέχρι να σου τον δώσουν:
-Έλα δώσε το χέρι σου!
- Μια κουβέντα είναι να σου δώσω το χέρι, μετά τι γίνεται.
Ο λόγος ήταν συμβόλαιο και δεν μπορούσε να καταπατηθεί ποτέ. Γνώριζε καλά ότι έτσι και έδιδε το χέρι του, ο λόγος αυτομάτως μετατρέπονταν σε συμβόλαιο άγραφο αλλά ιερό.
Χαρακτηριστική η φράση: Ο λόγος σου με χόρτασε και το ψωμί σου φάτο.
Ντόμπροι ήταν οι Σαρακατσάνοι, λιγομίλητοι, σκληροτράχηλους θα τους χαρακτήριζα, δεν δεχόταν προσβολή.
«Αυτό που είπες, δεν έπρεπε να το πεις». 
Και ο καβγάς στήνονταν και δυστυχώς πολλές φορές έφθανε στα άκρα. Δεν είναι λίγα τα θύματα τέτοιων καβγάδων. Υπερασπίζονταν μέχρι θανάτου την τιμή τους.
Αν, ωστόσο, αναγκαζόντουσαν σε κάποιο συμβιβασμό, το έφερναν βαριά:
Τι να την κάνω τέτοια ζωή; Συνήθης η φράση στα χείλια τους. Και από το πείσμα αυτό ξεκινούσαν και οι λεγόμενες βεντέτες, φαινόμενο πανελλήνιο και μάλιστα σε άλλες περιοχές της χώρας μας απαντάται , δυστυχώς, μέχρι σήμερα. ΄Ηταν στα πιστεύω τους να λύνουν τις διαφορές μόνοι τους: « το αίμα με αίμα ξεπλένεται». Βέβαια είναι φυσικό οι νοοτροπίες αυτές σήμερα να είναι πέρα για πέρα απορριπτέες και δικαιολογημένα. Άλλοι καιροί άλλα ήθη
Να αναφερθείς και μόνο κατ΄όνομα σε μια κοπέλα ήταν προσβλητικό και είχε συνέπειες βαρύτατες. Χαρακτηριστική η φράση ενός τραγουδιού των Σαρακατσάνων: « Την κόρη που ελόγιασες να πας να τη συβάσεις». Με απλά λόγια μόνο και μόνο που αναφέρθηκες δημόσια στο όνομά της, αποτελεί προσβολή και πρέπει να σπεύσεις αμέσως να τη συβάσεις, δηλαδή να την αρραβωνιαστείς.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε την απόλυτη κυριαρχία του άνδρα πάνω στη γυναίκα, κάτι, βέβαια, που συνέβαινε λίγο πολύ σε όλα τα ελληνικά φύλλα, δυστυχώς. Βλέπετε η εξέλιξη στις διαπροσωπικές σχέσεις είναι βραδεία και ακολουθεί ξεχωριστούς κανόνες. Μια ματιά στις χώρες της εγγύς ανατολής, θα διαπιστώσει κανείς πόσο καταπιεσμένο είναι το γυναικείο φύλλο. Αναφέρω ως παράδειγμα δήλωση του Προέδρου γειτονικής χώρας: « Οι γυναίκες είναι για να κάνουν παιδιά!»
Ωστόσο μετά το γάμο η γυναίκα στους Σαρακατσάνους ανέπτυσσε προσωπικότητα, μέσα δε στο σπιτικό της ήταν, θα μπορούσα να ισχυρισθώ, ο απόλυτος άρχοντας. Σεβόντουσαν τις γυναίκες τους οι Σαρακατσάνοι και επειδή ζούσαν σε κλειστές κοινωνίες, τα τσελιγκάτα, όπου επικρατούσαν αυστηρά ήθη απόλυτου σεβασμού στο θεσμό της οικογένειας, η ενδοοικογενειακή βία, για να χρησιμοποιήσω μια φράση του συρμού, ήταν ανύπαρκτη έως αδιανόητη:
«Τι έκανες βρε χαμένε, έτσι φέρεσαι στη γυναίκα σου!»
Η φράση αυτή των γεροντότερων προς τους νεότερους σε περίπτωση παρεκτροπής του άνδρα προς τη γυναίκα του, είχε βαρύνουσα σημασία και μπορώ να ισχυρισθώ αποτρεπτική ικανότητα.
Ακούς εκεί να με πει χαμένε, ο μπάρμπα Μήτρος! Αναρωτιόνταν ο σύζυγος για την απρεπή συμπεριφορά του!
Και ο σύντροφός του στη φύλαξη των προβάτων: Καλά σε έκανε, είχε δίκιο ο Μπάρμπα Μήτρος.
Μα. . . . πάλι ο σύζυγος.
Δεν έχει μα και ξεμά . Να προσέχεις τι λές και τι κάνεις.
Τι τα θέλετε οι κλειστές κοινωνίες, όπως των Σαρακατσάνων, έχουν αυτές τις επιδράσεις και είναι προς το καλό.
Η κοινωνία τους είχε μια καθαρότητα από άποψη φυλετικών επιμιξιών σε βαθμό 100 0/0. Γάμοι πέραν των καθαρά σαρακατσάνικων δεν γίνονταν, ήταν αδιανόητοι προπολεμικά τουλάχιστον. Αυτό επέβαλαν οι ιδιαιτερότητες της ζωής και ήταν απόλυτα συμβατό με τις αξίες της εποχής. Ο Καραγκούνης Καραγκούνα, ο Σαρακατσάνος Σαρακατσάνα, ο Πόντιος Πόντια κλπ
Άμα δεν ταιριάζουν τα χνώτα σου, καλλίτερα μην παντρεύεσαι. Η αξία της εποχής. 
Η γυναίκα απαραιτήτως έπρεπε να γνωρίζει ρόκα ( γνέσιμο ) και αργαλειό, να ξέρει να υφαίνει, διαφορετικά δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στα καθήκοντά της. Ούτε οι δουλειές αυτές μαθαίνονται σε μεγάλη ηλικία, διότι απαιτούν δεξιοτεχνία που αποκτάται σιγά – σιγά με την πάροδο του χρόνου. Είναι σαν τα γράμματα που αρχίζεις από μικρός και συνεχίζεις εσαεί. Δεν ξεκίνησες από μικρός να μαθαίνεις, να διδάσκεσαι και να παίρνεις τη γνώση με το κουταλάκι αργά και σταθερά, αποτέλεσμα ικανοποιητικό μην περιμένεις. Δεν έμαθε η γυναίκα να γνέθει από μικρή και να κάνει κλωστή μόλις ορατή και ανθεκτική, μην περιμένεις καλά αποτελέσματα όταν ξεκινήσει αργά. Ο,τι μικρομαθαίνεις δεν γεροντοαφήνεις , λέγει μια παλιά παροιμία. Θυμάμαι τις Σαρακατσανοπούλες ανεβασμένες σε βραχάκια να γνέθουν και το σφοντύλι να φθάνει μέχρι κάτω σε απόσταση τριών μέτρων και άνω. Ή να κάθεται στον αργαλειό από πρωί μέχρι βράδυ και να υφαίνει συνεχώς για να κάνει τα περίφημα αγένωτα υφάσματα, τις όμορφες και πολύχρωμες μπατανίες, τα χαλιά κλπ. Δουλειές που μαθαίνονται σιγά – σιγά και με τον καιρό.
Όλοι αυτοί οι παραπάνω λόγοι είναι που δημιούργησαν τις κλειστές κοινωνίες και τις περιχαράκωσαν επί αιώνες. Δεν κυκλοφορούσε παλιά η γνώση, ούτε οι επικοινωνίες ήταν δυνατές, με συνέπεια η προς τα μπρος πορεία να είναι στάσιμη. Και δεν είναι υπερβολή αν ισχυρισθώ ότι οι πόλεμοι συνετέλεσαν αποφασιστικά στη διάδοση των γνώσεων και στην αξιοποίηση των εφευρέσεων.
Μεγάλο το θέμα και θα επανέλθω