Της Αλεξία Γάτου
|
Η κτηνοτροφία ανέκαθεν συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η Ελλάδα, άλλωστε, αποτελεί πρόσφορο έδαφος για τέτοιου είδους δραστηριότητες με την μορφολογία του εδάφους της. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, ο πρωτογενής τομέας δείχνει να έχει εγκαταλειφθεί. Το 1970 αποτελούσε το 14% του ΑΕΠ της χώρας και το 2017 άγγιξε μόλις το 4%. Οι νέοι απομακρύνθηκαν από την γεωργία και την κτηνοτροφία, άλλαξαν τρόπο ζωής, προτίμησαν τον αστικό χώρο. Η επαφή με την φύση και τις ρίζες μας τείνει να εξαφανιστεί, παρόλο που οι Έλληνες ιστορικά και διαχρονικά αποτελούν έναν λαό άρρηκτα συνδεδεμένο με την φύση και τις δραστηριότητες που σχετίζονται μ’ αυτήν. Ειδικότερα, μια πληθυσμιακή ομάδα Ελλήνων με έντονη δραστηριότητα σχετική με την φύση είναι οι Σαρακατσάνοι.
Οι Σαρακατσάνοι, σύμφωνα με τον κ. Νίκο Κατσαρό, είναι απόγονοι αρχαίων Ελλήνων νομάδων ποιμένων και ο ορισμός που δίνει γι’ αυτούς η εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ είναι «Έλληνες κτηνοτρόφοι-νομάδες με ιδιότυπα στοιχεία συλλογικής ζωής». Είναι εμφανής, λοιπόν, η σχέση των Σαρακατσαναίων με την μετακινούμενη κτηνοτροφία. Αποτελούσε την κύρια ενασχόλησή τους. Το καλοκαίρι στα βουνά και τον χειμώνα στα χειμαδιά(κάμπους). Έτσι είχαν μάθει και έτσι μεταδίδοταν από γενιά σε γενιά. Από πατέρα σε γιό.
Φτάνοντας στο σήμερα, διαπιστώνουμε ότι ο κοινωνικός μετασχηματισμός των Σαρακατσαναίων είναι πραγματικότητα και η μεταβολή του τρόπου ζωής τους μεγάλη. Έτσι, οδηγούμαστε σε μία σύγκριση ανάμεσα στους νέους του τότε και στους νέους του σήμερα. Στους νέους που έβλεπαν την κτηνοτροφία ως παράδοση και τροπο για βιοπορισμό και στους νέους που μαθαίνουν γι’ αυτήν από αφηγήσεις
Οι νέοι Σαρακατσάνοι του τότε, εντάσσονταν στο τσελιγκάτο, μάθαιναν την δουλειά από τους γεροντότερους και συνέχιζαν την παράδοση. Ήταν ο τρόπος ζωής τους.
Με την πάροδο των χρόνων, οι Σαρακατσάνοι εγκαταλείπουν τη νομαδική ζωή, εγκαθίστανται στις πεδιάδες αφήνοντας τα βουνά, ενσωματώνονται στην Ελληνική κοινωνία και ασχολούνται με τις επιστήμες, τις τέχνες, τα γράμματα. Εκσυγχρονίστηκαν, αφήνοντας στο παρελθόν ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της «ράτσας» τους. Τον ποιμενικό βίο. Σήμερα, οι περισσότεροι νέοι(Σαρακατσάνοι και όχι μόνο) μαθαίνουν για την μετακινούμενη κτηνοτροφία μέσα από βιβλία, καθώς και ιστορίες γερόντων και ανθρώπων που την έχουν ζήσει. Είναι πολύ μακριά γι’ αυτούς -για εμάς- και τόσο κοντά, αν σκεφτεί κανείς τις ρίζες μας. Υπάρχει, βέβαια, και μια μερίδα νένω, που αντιστέκονται στην αστικοποίηση και επιμένει στη ζωή στην ύπαιθρο και την ενασχόληση με τις δραστηριότητές της. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα κύμα επιστροφής στην βιώσιμη κτηνοτροφία. Έχουν δημιουργηθεί αντίστοιχες σχολές και υπάρχουν προγράμματα χρηματοδότησης για νέους κτηνοτρόφους, δίνοντας, έτσι, κίνητρο στους νέους να στραφούν στον τομέα αυτόν. Ο συγκεκριμένος κλάδος συνιστά έναν διαφορετικό τρόπο ζωής και μια εντελώς διαφορετική καθημερινότητα από αυτήν που ακολουθείται κατά κύριο λόγο σήμερα. Επομένως, αν δοθούν κίνητρα αρκετοί νέοι, ακόμη και απόφοιτοι σχολών ΑΕΙ και ΤΕΙ σχετικών με την κτηνοτροφία, θα στραφούν στον κλάδο αυτόν. Απαιτεί δημιουργικότητα, εργατικότητα, μεράκι και αγάπη για την φύση, Ό,τι ακριβώς διέθεταν και οι Σαρακατσαναίοι κατά τον νομαδικό τους βίο.
Κλείνοντας, λοιπόν, αν θέλουμε να δώσουμε μία απάντηση στο ερώτημα «πώς βλέπουν οι νέοι την μετακινούμενη κτηνοτροφία», αυτή είναι η εξής: Ως κάτι μακρινό, αλλά γνώριμο!