flag vizantioflag hellas

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.   twitter   facebook  

Για την Σαρακατσάνα του Αλέξανδρου Παρλάντζα

parlantzas

 

Του Αλέξανδρου Παρλάντζα

 

Η Νύφη

Για σήκω νύφη μου γλυκιά, και μικρό παντρεμένη
έφυγες απτή μάνα σου, που σε είχε χαϊδεμένη

Σήκω να ανάψεις τη φωτιά, το γάλα για να βράσεις
πριν σηκωθεί ο πεθερός, τρουβάδια να τοιμάσεις

Πριν σηκωθεί η πεθερά, νερό να πας να φέρεις
μέστα κονάκια τράνεψες, κι από βαλέρα ξέρεις

Να πας στη στρούγκα την αυγή, στ άρμεγμα να βοηθήσεις
ξύλα να φέρεις νύφη μου, πίσω όταν γυρίσεις

Πάρε τα σε.ι.α για να πας, στο ρέμα να τα πλύνεις
ένα καλό παράδειγμα, στη στάνη μας να γίνεις

Σαρακατσάνα όμορφη

Σαρακατσάνα όμορφη, με ματιά σαν αστέρια
φεγκοβολαν και κόβουνε, σαν κοφτερα μαχαίρια

Σαν τη βουνίσια πέρδικα, τα περπατάς τα πλα.ι.α
και γνεθωντας καλό βοσκας, τα πρόβατα τα Λα.ι.α

Το χιόνι απτόν Όλυμπο, σου δώσε την ασπραδα
από βολιοτικη μηλιά, πείρες την κοκιναδα

Είσαι λουλούδι του βουνού, νεράιδα μες τη στάνη
και για καμάρι σ έχουνε, όλ οι σαρακατσανοι

Είσαι φεγκαρο πρωσοπη, ήλιος το μεσημέρι
έχεις δροσιά κρυοβρυσης, μέσα στο καλοκαίρι

Η κεντημένη σου ποδιά, τα κόκκινα σου χείλη
οι μακριές πλεξούδες σου, το άσπρο σου μαντίλι

Σε κάνουνε πιο όμορφη, σου δεινουν αλη χάρη
και μαρασμό αισθάνεται, το κάθε παλικάρι

Σαρακατσιανα μου μικρή, θαρθω να σε ζητήσω
χωρίς εσένα δεν μπορώ, ούτε στιγμή να ζήσω

Για να μου σβήσει τον καημό, καμιά δεν θα μπορέσει
κιαν αρνηθείς η μάνα μου, τα μαύρα θα φορέσει

Βασιλική

Μην τραγουδάς βασιλική, της ώρες που υφαίνεις
όταν βοσκάς τα πρόβατα, στη βρύση όταν πλένεις

Όταν πηγαίνεις δειλινό, στη στρούγκα τα καρδάρια
με τη γλυκιά σου τη φωνή, μαραίνεις παλικάρια

Νεράιδας έχεις ομορφιά, φωνή από αηδόνι
η μάνα που σε γέννησε, σε κρυφο καμαρώνει

Βασιλική σε σκέφτομαι, τα βράδια δεν κοιμάμαι
έλα να σμίξουμε τα δυο, μαζί να τραγουδάμε

Η κώστενα

Τη κάθεσαι βρε κώστενα, και βαριο αναστενάζεις

στα καραούλια να γυρνάς, στον Κώστα να χουιαζεις

Σταμάτα να μυρολωγας, και να τηρας της στρατες

δεν ζωντανεύουν οι νεκροί, δεν γίνονται διαβάτες

Ο Κώστας για παντοτινά, έφυγε από κοντά μας

τα μαύρα δεν τον φέρνουνε, ούτε τα δάκρυα μας

Έτσι το θέλησε ο Θεός, γραφτώ τωχε η μοίρα

αυτος για πάντα να χαθεί, κι εσύ να μείνεις χήρα

Κωσταινα κάνε υπομονή, και σφιξε την καρδιά σου

εσένα έχουν στιρηγμα, τα τέσσερα παιδιά σου