Του Βασίλη Κουτσούμπα
|
Και τούτο το μασλάτ είναι για τον χωριανό μ τον Κώστα.
Δεν τα κατάφερε να τελειώσ το σχολείο, τα παράτησε στη πέμπτ κι έγινε
τσοπανάκος από μικρός. Ήρθε ο καιρός να πάει φαντάρος, τι να κάμ,
ζορίστηκε λίγο. Παρουσιάστηκε στην Καλαμάτα. Άρχισε η εκπαίδευση
στο στρατόπεδο αλλά του Κώστα το μυαλό ήταν στα πρότα. Ότι λέγαν οι
εκπαιδευτές δεν τα'άρπαζ αμέσως. Μια μέρα τς μίλαγε ο λοχαγός και
ρωτάει τον Κώστα «Για πές μας ρέ Κώστα τι σημαίνει πατρίς;»
«Δεν ξέρω κυρ λοχαγέ » λέει ο Κώστας.
«Ποιος ξερ να μας πεί;» λέει ο λοχαγός.
Σηκώνει το χέρι ένας φαντάρος!
«Για πές μας εσύ ρε Γιώργο, ξέρς;»
Κι' αρχίζ ου Γιώργος «Πατρίς σημαίνει η μάνα μας, ο πατέρας μας, τα χωριά μας τα σπίτια μας ...»
«Για πές μας τώρα κι εσύ ρε Κώστα τι σημαίνει πάτρίς;»
«Πατρίς σημαίνει κύρ λοχαγέ» λέει ο Κώστας «η μάνα τ'Γιώργου, ο
πατέρας τ'Γιώργου, τα χωριά τ'Γιώργου, τα σπίτια τ'Γιώργου...»
«Μπράβο είσαι γνήσιος πατριότης»λέει ο λοχαγός.
Πέρασε ο καιρός και απολύθκε ο Κώστας, ήρθε ο καιρός για παντρειά,
ήταν όμως δύσκολο να βρει νύφ. «Μη σε νιάζ» τ'λέει μια θεία τ που
ταν προξενήτρα «θα πάρς τ'καλύτερη μη βιάζεσαι. » Μετά από λίγο
καιρό του κάνε ένα προξενιό από ένα διπλανό χωριό. Όταν ανταμώθκαν
οι συμπεθέρ η θειά έκατσε δίπλα απ' τον Κώστα. Του 'χέ πεί να πιάς τη
κβέντα στη νύφ, είχε περάς όμως η ώρα κι ο Κώστας δε τσ'έκρενε. Τον
σκουντάει ή θειά τ' «Άι πετς τΐπουτα»
Τότε ρωτάέι ο Κώστας τη νύφ << Το τρως το τυρί;».
«Οχι!» του λέει η νύφ.
Δε ματά τσ'εκρινι. Μετά από λιγο τον μάτα σκουντάει η θειά τ'και ματά ρωτάει «0 αδελφός το τρώει;» «Δεν εχου αδερφο.» λέει η νυφ.
Μετά από λίγο τον ματασκουνταει η θειά και ματα ρωτάει ο Κώστας «Άμα είχες αδερφό θα το τρώγε το τυρί;»
ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
ΤΣΟΥΚΑΛΑΔΕΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ