Του Κωνσταντίνου Γαλλή
|
Το μαλλί των προβάτων αποτελούσε μέχρι τη δεκαετία του 60 περίπου τη βασική πρώτη ύλη για όλα τα υφαντά του σπιτιού. ΄Ό,τι φορούσε η οικογένεια και ό,τι χρησιμοποιούσε για τις ανάγκες του σπιτιού κατασκευάζονταν από τις γυναίκες στον αργαλειό και στο χέρι: Φλοκάτες, βελέντζες , πλαγκέτες, χαλιά, υφάσματα μάλλινα ψιλοδουλεμένα για κατασκευή παντελονιών και σακακιών ( αγένωτα τα λέγανε οι Σαρακατσαναίοι γιατί δεν περνούσαν από το μαντάνι όπως οι φλοκάτες και οι βελέντζες). Και τι δεν δημιουργούσανε οι γυναίκες στον αργαλειό και στο χέρι.
Για τους λόγους αυτούς ο κούρος των προβάτων και λιγότερο των γιδιών αποτελούσε σταθμό στις εργασίες των κτηνοτρόφων, αλλά και διότι το μαλλί μαζί με το γάλα και το κρέας των αρνιών αποτελούσαν τα βασικά έσοδα . Τρεις φορές το χρόνο έμπαιναν χρήματα στο σπίτι. Το φθινόπωρο στην πώληση του γάλακτος, τέλος χειμώνα με το σφάξιμο των αρνιών και την άνοιξη με το κούρεμα..
Ο κούρος των προβάτων γινότανε την άνοιξη πριν την αναχώρηση για τα ξεκαλοκαιριά και γινότανε σε δύο στάδια το κωλοκούρεμα και τον κυρίως κούρο. Το κωλοκούρεμα γινότανε νωρίς την άνοιξη και σκοπό είχε να απαλλάξει τα πρόβατα από τις ακαθαρσίες που κολλούσαν στο τριχωτό της κοιλιάς, στο εσωτερικό μέρος των πισινών ποδιών και στην ουρά. Ο κούρος γινότανε λίγο πριν φύγουν για τα βουνά ΄Έπρεπε να μαλλιάσουν τα πρόβατα διότι ή άνοιξη στα βουνά προς το τέλος της είναι ιδιαίτερα βροχερή και κρύα και τα πρόβατα, αν δεν ήταν μαλλιασμένα, έκοβαν το γάλα, δηλαδή λιγόστευε η απόδοση τους..
Η ημέρα του κουρέματος οριζότανε εγκαίρως και κοινοποιούνταν σε συγγενείς και φίλους, ώστε την ημέρα εκείνη να υπάρχουν αρκετοί κουρευτάδες . Τα πρόβατα κλεινότανε σε ένα είδος στρούγκας ανοικτό από μία μόνο μεριά όπου παρατ5άσσονταν οι κουρευτάδες και άρχιζε η δουλειά αμέσως μετά το άρμεγμα. Και επειδή συνήθως στα τσελιγκάτα ήταν περισσότερα από ένα, το δεύτερο κοπάδι φυλασσόταν κάπου κοντά, ώστε μόλις; τελειώσουν με το πρώτο, να βάλλουν στο μαντρί το δεύτερο. Η όλη εργασία έπρεπε να τελειώσει το δυνατόν γρηγορότερα και πάντως μέχρι το μεσημέρι, γιατί υπήρχε κίνδυνος να κόψουν το γάλα εκείνη την ημέρα κάτι πέρα για πέρα ανεπιθύμητο όχι μόνο για οικονομικούς λόγους αλλά και το κυριότερο γενικότερης υγείας του κοπαδιού.
Κατά την διάρκεια του κούρου παρούσες ήταν και όλες οι γυναίκες. Οι γυναίκες, μόλις ένας κουρευτής τελείωνε με το κούρεμα μιας προβατίνας, αμέσως έτρεχε η αντίστοιχη γυναίκα να παραλάβει το ποκάρι , δηλαδή τα μαλλιά, και να τα μεταφέρει στην μεριά της, ενώ συγχρόνως διάλεγε και τα καλύτερα κομμάτια για τις ανάγκες της οικογένειάς της..
Παράλληλα με το κούρεμα, δίπλα έκαιγε φωτιά ,στην οποία ψήνονταν ανάλογος αριθμός σφαχτών για το φαγοπότι .που θα στήνονταν αμέσως μετά. ΄Εξ άλλου η αμοιβή των κουρευτάδων ήταν το φαγοπότι και μόνο Στον κούρο ίσχυε απόλυτα η αρχή της αλληλεγγύης, κάτι που σήμερα εξέλιπε. Σήμερα κουρεύω εγώ , θα με βοηθήσουν συγγενείς και φίλοι, αύριο εσύ, το ίδιο.
Αλλά, αν με το τέλος του κούρου η δουλειά τελείωνε για τους άνδρες, για τις γυναίκες τότε άρχιζε και για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους, συνεχιζότανε όλο το χρόνο μέχρι τον επόμενο κούρο.. Η Σαρακατσάνα γυναίκα όπως και όλες οι γυναίκες των χωριών δεν γνώριζαν από Κυριακή και σχόλη. Καθότανε μόνο όταν πήγαινε στην Εκκλησία. ΄Όλες τις άλλες ώρες ή θα έπλεκε ή θα έγνεθε ή θα κεντούσε ή θα βοηθούσε στα ζώα και στο χωράφι ή θα καθότανε στον αργαλειό. Να σκεφθείτε ότι η ελαφρότερη εργασία θωρούνταν το γνέσιμο. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω δίστιχο :
Το γνέσιμο είναι γλέντημα
Κι ο αργαλειός μαράζι.. . .
Κατεργασία μαλλιού
Μετά το κούρεμα, ακολουθούσε το πλύσιμο των μαλλιών στ βρύση, στο ρέμα ή στο ποτάμι. Δουλειά κουραστική και επίπονη. Κόχλαζε το νερό στο καζάνι, ρίχνονταν μέσα τα μαλλιά ενώ συγχρόνως αναδεύονταν με μεγάλες ξύστρες( ξύλα πελεκημένα από τις δύο πλευρές.) για αρκετή ώρα. Ακολουθούσε το βάψιμο ( εργασία ιδιαιτέρως λεπτή, με χρώματα φυσικά πχ μηλιάδι, φύλλα καρυδιάς, φράξο – θάμνος που φύεται στα βουνά- λουλάκι κλπ ), στέγνωμα, το ξάσιμο με τα λανάρια, χώρια βέβαια τα άσπρα από τα μαύρα, το γνέσιμο στο χέρι ή στο τσικρίκι , το ίδιασμα για τον αργαλειό, το πλέξιμο στο χέρι και τέλος ο αργαλειός. Ιδιαίτερα απαιτητική δουλειά ο αργαλειός . ¨Ώρες ατέλειωτες , καθισμένη στον αργαλειό η καλή νοικοκυρά, μετρούσε την απόδοση της εργασίας της και όλο βιάζονταν, βλέπετε όλα περνούσαν από το χέρι της. Συνήθως καθόταν πρωί στον αργαλειό και σηκωνόταν βράδυ. Το φαγητό το έκανε πολύ πριν το πρωί, νύχτα δηλαδή. Ξυπνούσε πρώτη και κοιμόταν τελευταία. Σχόλη και ώρες για ξεκούραση δεν υπήρχαν. Η ξεκούραση επιτυγχάνονταν με τα ολιγόλεπτα διαλείμματα της δουλειάς. Τα πάντα στο σπίτι ήταν δουλειά και αποστολή της γυναίκας, ακόμη και η μεταφορά καυσόξυλων και νερού. Το ζαλίκωμα ήταν δική της εργασία, δηλαδή φορτώνονταν στις πλάτες τα ξύλα ή τη βαρέλα και πολλές φορές έπρεπε να διανύσει απόσταση πάνω από μία ώρα. Και για να αντιληφθείτε τη δυσκολία των εργασιών αυτών, το ζαλίκι εξείχε της κεφαλής της μέχρι και ένα μέτρο. ΄Άραζε το ζαλίκι στην ανηφοριά του δρόμου και μετά έβλεπες τη γυναίκα καμπουριασμένη και αγκομαχώντας να προχωρεί . Τι τα θέλετε οι εργασίες των μανάδων μας δεν συγκρίνονταν με τις εργασίες τη σημερινής μάνας, μέτρο σύγκρισης δεν υπάρχει...