flag vizantioflag hellas

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.   twitter   facebook  

ΓΚΟΥΡΜΠΑΝΙΑ Τα μεγάλα τάματα των Σαρακατσαναίων

 

 

kariotis athanasios

 

Του Καρυώτη Αθανάσιου
Ταμίας Δ.Σ. Π.Ο.Σ.Σ.

Οι τελετές θυσίας ζώων είναι αρχαιοελληνικό έθιμο που διατηρήθηκε σε πολλές περιοχές, ακόμα και μετά τον εκχριστιανισμό των Ελλήνων. Μάλιστα συνδιάστηκαν με γιορτές Αγίων κατά τη Βυζαντινή περίοδο, παρά τις απαγορεύσεις της Ελληνορθόδοξης εκκλησίας. Το έθιμο διατηρήθηκε και επί Τουρκοκρατίας, καθώς οι Τούρκοι επέτρεψαν στους Έλληνες θρησκευτική εκδήλωση.
Σε αρκετά χωριά του Βόρειου ελλαδικού χώρου, συνηθίζονται σε γιορτές διαφόρων αγίων τα λεγόμενα γκουρμπάνια, τα οποία αποτελούν μορφή δημοφιλούς θυσιαστικής εκδήλωσης και συνεχίζουν την παράδοση πανάρχαιων, αρχέγονων λατρευτικών δοξασιών και συνηθειών. (Γκουρμπάνι – προέρχεται από την τουρκική λέξη kurban, που σημαίνει θύμα – λέγεται το ζώο που θυσιάζεται, καθώς και η θυσιαστική λειτουργία στο σύνολο της). Σύμφωνα με το εθιμικό τελετουργικό, προσφέρεται στην εκκλησία ως τάμα ή αγοράζεται από την οικεία εκκλησιαστική επιτροπή κάποιο ζώο, του οποίου το κρέας, αφού μαγειρευτεί και ευλογηθεί από τον ιερέα, μοιράζεται στο εκκλησίασμα.
Η διανομή του κρέατος, μαζί με άρτο, προσδίδει στο κουρμπάνι χαρακτήρα θρησκευτικού γεύματος, ανάλογου με τις «αγάπες» των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Παράλληλα βέβαια λειτουργεί στο όλο έθιμο και απόηχος αρχαϊκών αντιλήψεων και δοξασιών, που δίνουν στο κρέας εξαίρετες ιδιότητες και δύναμη και υγεία.

kourmpani1


Τα κουρμπάνια απαγορεύτηκαν κατά καιρούς από την Εκκλησία, χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα, γιατί αντιπροσωπεύουν χαρακτηριστικό δείγμα λαϊκής λατρευτικής εκδήλωσης, με βαθιές ρίζες και αρχαιότατες θρησκευτικές παραστάσεις. Αντίθετα, το κουρμπάνι με μορφή κοινής εστιάσεως έχει γίνει ευρύτερα αποδεκτό και από την Εκκλησία, η οποία και ευλογεί, όπως είδη σημειώθηκε, το κρέας με ειδική ευχή: «Επίσκεψαι, Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, τα εδέσματα των κρεών και αγιάσον αυτά…». Σε ορισμένες περιπτώσεις τα ζώα ευλογούνται πριν από τη θυσία. Οι ιερείς, άλλωστε, δεν παύουν να αποτελούν μέλη της κοινότητας που θυσιάζει, με τις ίδιες κατά βάση λαϊκές θρησκευτικές αντιλήψεις.
Το έθιμο διατηρήθηκε για αιώνες και έφτασε μέχρι την εποχή μας ως μέσον εξασφάλισης των αγαθών και της ίδιας της ζωής. Δεν πρέπει εξάλλου να παραβλέπεται και ο ψυχαγωγικός χαρακτήρας των κουρμπανιών, κάτι ιδιαίτερα ενδιαφέρον για την Ελληνική ιδιοσυγκρασία.

kourmpani2

Τις γιορτές της Χριστιανοσύνης οι Σαρακατσάνοι τις γιόρταζαν με έναν δικό τους ιδιαίτερο τρόπο.
Τον χειμώνα ή μάζωξη γίνονταν, πάντα βράδυ, στο καλύβι αυτού που γιόρταζε ή είχε τάμα αυτή τη μέρα να στρώσει τάβλα με σφαχτό για να τον βοηθάει ο Άγιος.
Το τάμα οι Σαρακατσάνοι το συνήθιζαν πολύ και το τηρούσαν με ευλάβεια, συνήθως το τάμα το έκαναν στον Άγιο που έφεραν τ' όνομα τους. Τα περισσότερα όμως γίνονταν στον Άη- Λιά, τον Άη-Γιώργη, τον Δεκαπενταύγουστο, τον Άη-Δημήτρη, που θεωρούσαν προστάτη τους και ήταν γι' αυτούς βαριά γιορτή.
Αυτές οι συγκεντρώσεις που γινόταν, είτε σε ονομαστικές γιορτές είτε απλώς επειδή είχαν κάποιο τάμα, για να τους ευχηθούν και που πάντα συνοδεύονταν με γλέντι και φαγοπότι, είναι τα λεγόμενα γκουρμπάνια.

kourmpani3

Το χειμώνα το σφαχτό ήταν μαγειρεμένο στο κακάβι συνήθως με ρύζι, ενώ το καλοκαίρι ήταν ψητό στη σούβλα, η στην γάστρα.
Με περισσότερη χαρά περίμεναν τις γιορτές του καλοκαιριού, γιατί τότε το γλέντι γίνονταν έξω στα ξεκαλοκαιριά και διαρκούσε σχεδόν όλη την ημέρα. Ακόμη και γιατί δεν είχαν τις ταλαιπωρίες του χειμώνα.
Θαμπά το πρωί ο νοικοκύρης έσφαζε το αρνί για να προλάβουν να το μαγιρέψουν πριν από το μεσημέρι. Το μαγείρεμα ήταν δουλεία της γυναίκας και προηγούνταν της τάβλας. Είχε δε και την έννοια του καλέσματος για το γλέντι.

kourmpani4

Μετά στρώνονταν κάτω απ' το υπόστεγο (φρεζάτο) ή τάβλα και σε λίγο κάθονταν γύρω της όλοι οι φίλοι και συγγενείς από το τσελιγκάτο. Η τάβλα ήταν ένα μακρόστενο όμορφο σχεδιασμένο υφαντό που στρώνονταν κάτω, συνήθως σε σχήμα Π, και χρησίμευε για τραπέζι.
Υφαίνονταν ειδικά γι' αυτό το σκοπό, σε καρό ύφανση με συνδυασμό των χρωμάτων άσπρο κόκκινο και μουράτο, και το συνηθισμένο μάκρος της ήταν περίπου δύο μέχρι τρείς οργιές. Συνήθως την στόλιζαν με διάφορα κεντίδια για να έχει όσο το δυνατό πιο χαρούμενη όψη. Τα κεντίδια τα έφτιαχναν σχηματίζοντας πάνω στην τάβλια ένα σταυρό με φρέτζες και ράβοντας πάνω σ' αυτόν μικρές δαντέλες. Στο σημείο που απόληγαν οι δαντέλες έραβαν ένα μικρό άσπρο κουμπάκι.

kourmpani5

Το χειμώνα στρώνονταν γύρω-γύρω στο καλύβι, για να μένει στο κέντρο μέρος για το χορό.
Μόλις συγκεντρώνονταν άρχιζαν να τραγουδούν τα τραγούδια της τάβλας, δηλαδή γκουρμπανήσια.
Κάθονταν χωριστά οι άντρες και χωριστά οι γυναίκες, οι άντρες κάθονταν σταυροπόδι, και οι γυναίκες στα γόνατα. Την ίδια τακτική ακολουθούσαν και στο χορό και στο τραγούδι. Μπροστά χόρευαν οι άντρες και πίσω οι γυναίκες σεμνά κάνοντας πίσω-μπροστά μικρά βήματα. Οι χοροί που χόρευαν ήταν το εχ μωρέ, ο σταυρωτός, τσάμικο αργό, στα τρία, οι άντρες τα χόρευαν με κάτσα, και γενικά με πολύ ζωντάνια, ιδικά στα κλέφτικα τραγούδια σφύριζαν και φώναζαν.
Όσο για το τραγούδι το ξεκίναγαν πάντα οι άντρες και μάλιστα ο πρώτος , κ΄ ύστερα το έπιαναν οι γυναίκες για ν' αρχίζουν κι αυτές στη συνέχεια τα τραγούδια.
Είναι πολύ γνωστή ή φράση Α πάρτε το τώρα γναίκις, που έλεγαν οι άντρες απευθυνόμενοι στις γυναίκες για να ξεκινήσουν το τραγούδι. Η εναλλαγή αυτή στο τραγούδι οφείλονταν στο εξής: Επειδή τότε στα γλέντια τραγούδαγαν οι ίδιοι οι χορευτές, εάν δεν έκαναν αυτά τα μικρά διαλείμματα, τις εναλλαγές δεν θα μπορούσαν να αντέξουν το τραγούδι και τον χορό . Τους βοηθούσε δηλαδή να ξεκουράζονται και να κρατήσει το γλέντι όσο γινόταν περισσότερο μέχρι το χάραμα.
Τα πιο συνηθισμένα τραγούδια που τραγούδαγαν, σε όλα τα γλέντια (κουρμπάνια) ήταν,
το πηδιά μ' καλώς τον ηύραμαν
τούτο τον νοικοκύρη,
το φίλοι μ' καλωσορίσατε σε τούτο το
τραπέζι πούχει στρωμένο μάλαμα ποτήρια
ασημένια, φάτε και ποιείτε φίλη μου,
όπως και τα παρακάτω τραγούδια της τάβλας.


Αφέντη μου την τάβλα σου
χρυσή καντήλα καίει,
δίχως αλσίδα στέκεται
δίχως αέρα σειώτει
δίχως το λάδι και κερί
φέγγει τον κόσμο όλο
φέγγει και τον αφέντη μας
να τραγουδάει να πίνει.
Επίσης το
Απόψε στο σπιτάκι μου είχα
Χαρά μεγάλη τον Άγγελό μου γιόρταζα
Και το Θεό δοξάζω, και την κυρά την
Παναγιά πολύ την προσκυνάω,
Να μου χαρίσει τα κλειδιά- κλειδιά του παραδείσου
Ν΄ ανοίξω τον Παράδεισο.

Επίσης πολύ τραγουδιόταν και το τραγούδι που ακολουθεί:
Κάπου βελάζουν πρόβατα
κάπου βροντάν κουδούνια
κάπου το λέει κι ο μπιστικός
το λέει με τη τζαμάρα.
Για στείλτε κανά δύο πηδιά
σι' αυτόν τον ζυγουριάρη
και φέρτε κάνα δύο σφαχτά.

Στα κουρμπάνια πήγαιναν όλοι καλοντυμένοι, οι άντρες με τα μπουτούρια και τα σιγκούνια, και οι γυναίκες με τις φρετζάτες τις φούστες με φρούτα και παναούλες.
Στην συνέχεια ο αρχηγός της οικογένειας με μία μεταλλική κόφα (λαδίκα), έδινε χέρι με χέρι για να πιούν όλοι οι καλεσμένη ούζο (ρακί) για να ευχηθούν το γεγονός.
Ακουλούθαγε το φαγοπότι και στην συνέχεια ο χορός. Στο χορό οι ίδιοι, χόρευαν και τραγούδαγαν με το στόμα. Το μόνο μουσικό όργανο το οποίο ακούγονταν μερικές φορές ήταν η τζαμάρα .
Κάπως έτσι έκαναν οι Σαρακατσάνοι τις γιορτές τους παλιότερα. Με φαγοπότι, τραγούδι, κέφι και χορό που διαρκούσαν μερικές φορές μερόνυχτα ολόκληρα. Αλλά πάνω απ' όλα με τάξη και με πίστη στο Θεό και τους Αγίους. Μόνο ευχές ακούγονταν κατά την διάρκεια του γλεντιού, ευχές συνόδευαν και κάθε χειρονομία της κυράς και του αφέντη.

kourmpani6

Άντι βοήθεια σας κι του χρόν καλλίτερα ήταν η τελευταία φράση των καλεσμένων όταν αποχωρούσαν που ακούγονταν ψιθυριστά από τις γυναίκες και κάμα θαρρετά από τους άνδρες.
Οι γεροντότεροι τις μέρες αυτές τις περίμεναν για να τηράξουν την πλάτη του αρνιού και να μαντέψουν από κει τις καλοσύνες που τους περίμεναν. Κυρίως ενδιαφέρονταν για το πως θα βγουν τα πρώτα το χειμώνα, η αν γίνει καμιά χαρά στα κονάκια.